Κάφροι

Κάφροι
(Kafirs). Ονομασία αραβικής προέλευσης (κάφιρ = άπιστος), με την οποία χαρακτηρίζονταν οι Μπαντού που ζουν στα νότια του Ζαμβέζη. Αρχικά η ονομασία αυτή χαρακτήριζε τις εθνικές ομάδες των Μπασούτο (Σότο), που ήταν εγκατεστημένες στο σημερινό Λεσότο, καθώς και των Νγκούνι· τμήμα των τελευταίων αποτελούν και οι Ζουλού. Οι Κ. παρεμπόδισαν τη διείσδυση των Ευρωπαίων στη νότια Αφρική και μόνο στα τέλη του 19ου αι. υποτάχθηκαν. Ορισμένες ομάδες, όπως οι Μπασούτο, διατήρησαν την εδαφική τους ακεραιότητα μέχρι την ανεξαρτησία, ως βρετανικό προτεκτοράτο. Γυναίκα μιας φυλής Κάφρων.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • Κόζα — ή Ξόζα, οι εθνολ. ομάδα συγγενικών φύλων που παλαιότερα ήταν γνωστά με την ονομασία Κάφροι. [ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. Xhosa, ονομ. φύλου τής Αφρικής στη γλώσσα Νγκόνι Μπαντού] …   Dictionary of Greek

  • άνθρωπος — Το ανθρώπινο ον, ο πιο εξελιγμένος οργανισμός που ζει στην υδρόγειο. Homo sapiens (ά. έμφρων ή λογικός)είναι ο επιστημονικός όρος, στη συστηματική ταξινόμηση διπλής ονομασίας για το γένος (homo, ά.)και το είδος (sapiens, λογικός)στο οποίο ανήκει… …   Dictionary of Greek

  • κάφρος — ο 1. (στον πληθ. ως κύριο όν.) οι Κάφροι παλαιά ονομασία τών λαών Κόζα τής νοτιοανατολικής Αφρικής 2. (με υποτιμητική σημ.) απολίτιστος, αγροίκος. [ΕΤΥΜΟΛ. < αραβ. kāfir] …   Dictionary of Greek

  • Ζιώγας, Βασίλειος — (Θεσσαλονίκη 1937 –). Δημοσιογράφος και θεατρικός συγγραφέας. Σπούδασε κινηματογράφο και θέατρο στη Βιέννη, όπου και εντάχθηκε στο λογοτεχνικό κίνημα του λετρισμού. Κατά τη δεκαετία του 1960 έζησε, αρχικά στο Παρίσι και στη συνέχεια στη Νέα Υόρκη …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”